Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνναετηρίς
ἐνναέτηρος
ἐνναέτης
ἐνναέτης2
ἐνναετία
ἐνναίω
ἐννάκις
ἐννάσσω
ἐνναυπηγέομαι
ἐννέα
ἐννεάβοιος
ἐννεάγηρα
ἐννεαγράμματον
ἐννεάγωνος
ἐννεαδάκτυλος
ἐννεάδεσμος
ἐννεαδικός
ἐννεαετηρικός
ἐννεαέτης
ἐννεαετία
ἐννεάζω
View word page
ἐννεάβοιος
worth nine beeves

ShortDef

worth nine beeves

Debugging

Headword:
ἐννεάβοιος
Headword (normalized):
ἐννεάβοιος
Headword (normalized/stripped):
εννεαβοιος
IDX:
30308
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30309
Key:

Data

{'content': 'worth nine beeves'}