Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνθρονισμός
ἐνθρυμματίς
ἔνθρυος
ἐνθρύπτης
ἔνθρυπτος
ἐνθρύπτω
ἐνθρῴσκω
ἐνθυμέομαι
ἐνθύμημα
ἐνθυμηματίζομαι
ἐνθυμηματικός
ἐνθυμηματώδης
ἐνθύμησις
ἐνθυμητέον
ἐνθυμητέος
ἐνθυμία
ἐνθυμίζομαι
ἐνθύμιος
ἐνθυμιστός
ἔνθυμος
ἐνθυσιάζω
View word page
ἐνθυμηματικός
determined, resolute

ShortDef

determined, resolute

Debugging

Headword:
ἐνθυμηματικός
Headword (normalized):
ἐνθυμηματικός
Headword (normalized/stripped):
ενθυμηματικος
IDX:
30230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30231
Key:

Data

{'content': 'determined, resolute'}