Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνθράσσω
ἔνθρηνος
ἐνθρίακτος
ἐνθριόω
ἐνθρίτης
ἐνθρομβόομαι
ἐνθρονιαστικά
ἐνθρονίζω
ἐνθρόνιος
ἐνθρόνισμα
ἐνθρονισμός
ἐνθρυμματίς
ἔνθρυος
ἐνθρύπτης
ἔνθρυπτος
ἐνθρύπτω
ἐνθρῴσκω
ἐνθυμέομαι
ἐνθύμημα
ἐνθυμηματίζομαι
ἐνθυμηματικός
View word page
ἐνθρονισμός
enthroning

ShortDef

enthroning

Debugging

Headword:
ἐνθρονισμός
Headword (normalized):
ἐνθρονισμός
Headword (normalized/stripped):
ενθρονισμος
IDX:
30220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30221
Key:

Data

{'content': 'enthroning'}