Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνθετταλίζομαι
ἐνθεωρέω
ἐνθηκάριος
ἐνθήκη
ἐνθηλυπαθέω
ἔνθηρος
ἔνθινος
ἔνθλασις
ἐνθλάω
ἐνθλίβω
ἐνθλιπτικός
ἔνθλιψις
ἐνθνῄσκω
ἔνθορος
ἐνθορυβέω
ἐνθουσιάζω
ἐνθουσίασις
ἐνθουσιασμός
ἐνθουσιαστής
ἐνθουσιαστικός
ἐνθουσιώδης
View word page
ἐνθλιπτικός
pressing

ShortDef

pressing

Debugging

Headword:
ἐνθλιπτικός
Headword (normalized):
ἐνθλιπτικός
Headword (normalized/stripped):
ενθλιπτικος
IDX:
30199
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30200
Key:

Data

{'content': 'pressing'}