Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκρατάριον
ἀκράτεια
ἀκρατεύομαι
ἀκρατευτικός
ἀκρατέω
ἀκρατής
ἀκρατησία
ἀκράτητος
ἀκρατία
ἀκρατίζομαι
ἀκράτισμα
ἀκρατισμός
ἀκράτιστος
ἀκρατοκώθων
ἀκρατοποσία
ἀκρατοποτέω
ἀκρατοπότης
ἀκρατοπώλιον
ἄκρατος
ἀκρατότης
ἀκρατοφόρος
View word page
ἀκράτισμα
a breakfast
ShortDef
a breakfast
Debugging
Headword:
ἀκράτισμα
Headword (normalized):
ἀκράτισμα
Headword (normalized/stripped):
ακρατισμα
IDX:
3013
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3014
Key:
Data
{'content': 'a breakfast'}