Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκραῖος
ἀκραίπαλος
ἀκραιφνής
ἀκραιφνότης
ἄκραντος
ἀκραξόνιον
ἀκρασία
ἀκρασία2
ἀκρασίων
ἀκράσπεδος
ἀκρατάριον
ἀκράτεια
ἀκρατεύομαι
ἀκρατευτικός
ἀκρατέω
ἀκρατής
ἀκρατησία
ἀκράτητος
ἀκρατία
ἀκρατίζομαι
ἀκράτισμα
View word page
ἀκρατάριον
mericulum

ShortDef

mericulum

Debugging

Headword:
ἀκρατάριον
Headword (normalized):
ἀκρατάριον
Headword (normalized/stripped):
ακραταριον
IDX:
3003
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3004
Key:

Data

{'content': 'mericulum'}