Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄκρα
ἀκράαντος
Ἀκραγαντῖνος
Ἀκράγας
ἀκραγής
ἀκράδαντος
ἀκραής
Ἄκραι
ἀκραῖος
ἀκραίπαλος
ἀκραιφνής
ἀκραιφνότης
ἄκραντος
ἀκραξόνιον
ἀκρασία
ἀκρασία2
ἀκρασίων
ἀκράσπεδος
ἀκρατάριον
ἀκράτεια
ἀκρατεύομαι
View word page
ἀκραιφνής
unmixed, pure; untouched, inviolate

ShortDef

unmixed, pure; untouched, inviolate

Debugging

Headword:
ἀκραιφνής
Headword (normalized):
ἀκραιφνής
Headword (normalized/stripped):
ακραιφνης
IDX:
2995
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2996
Key:

Data

{'content': 'unmixed, pure; untouched, inviolate'}