Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδοξολογέω
ἔνδοξος
ἐνδοξότης
ἐνδόπυος
ἔνδορα
ἔνδορχις
ἐνδόρωμα
ἐνδόσιμος
ἔνδοσις
ἐνδοτέρω
ἐνδοτικός
ἐνδουπέω
ἐνδουχία
ἐνδράνεια
ἐνδρανής
ἐνδράσσομαι
ἐνδρομέω
ἐνδρομή
ἐνδρομίς
ἔνδρομος
ἔνδροσος
View word page
ἐνδοτικός
yielding, soft

ShortDef

yielding, soft

Debugging

Headword:
ἐνδοτικός
Headword (normalized):
ἐνδοτικός
Headword (normalized/stripped):
ενδοτικος
IDX:
29953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29954
Key:

Data

{'content': 'yielding, soft'}