Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκουστός
ἀκουτίζω
ἀκούω
ἄκρα
ἀκράαντος
Ἀκραγαντῖνος
Ἀκράγας
ἀκραγής
ἀκράδαντος
ἀκραής
Ἄκραι
ἀκραῖος
ἀκραίπαλος
ἀκραιφνής
ἀκραιφνότης
ἄκραντος
ἀκραξόνιον
ἀκρασία
ἀκρασία2
ἀκρασίων
ἀκράσπεδος
View word page
Ἄκραι
Acrae

ShortDef

Acrae

Debugging

Headword:
Ἄκραι
Headword (normalized):
ἄκραι
Headword (normalized/stripped):
ακραι
IDX:
2992
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2993
Key:

Data

{'content': 'Acrae'}