Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἔνδιος
ἐνδιόω
ἐνδιπλασιάζω
ἐνδιπλόω
ἐνδίφριος
ἐνδογενής
ἔνδοθεν
ἔνδοθι
ἐνδοθίδιος
ἐνδοιάζω
ἐνδοιάσιμος
ἐνδοίασις
ἐνδοιαστής
ἐνδοιαστικός
ἐνδοιαστός
ἐνδοιικός
ἐνδοιΐτιναι
ἔνδομα
ἐνδοματικά
ἐνδομάχας
ἐνδομενία
View word page
ἐνδοιάσιμος
doubtful
ShortDef
doubtful
Debugging
Headword:
ἐνδοιάσιμος
Headword (normalized):
ἐνδοιάσιμος
Headword (normalized/stripped):
ενδοιασιμος
IDX:
29923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29924
Key:
Data
{'content': 'doubtful'}