Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδιάω
ἐνδιδομένως
ἐνδιδύσκω
ἐνδίδωμι
ἐνδιεσπαρμένως
ἐνδιηθέω
ἐνδιήκω
ἐνδιημερεύω
ἐνδίημι
ἐνδικάζομαι
ἔνδικος
ἔνδινα
ἐνδινευτής
ἐνδινέω
ἐνδίολκος
ἔνδιον
ἔνδιον2
ἐνδιορθόομαι
ἔνδιος
Ἔνδιος
ἐνδιόω
View word page
ἔνδικος
according to right, right, just, legitimate

ShortDef

according to right, right, just, legitimate

Debugging

Headword:
ἔνδικος
Headword (normalized):
ἔνδικος
Headword (normalized/stripped):
ενδικος
IDX:
29904
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29905
Key:

Data

{'content': 'according to right, right, just, legitimate'}