Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδιάφορος
ἐνδιάω
ἐνδιδομένως
ἐνδιδύσκω
ἐνδίδωμι
ἐνδιεσπαρμένως
ἐνδιηθέω
ἐνδιήκω
ἐνδιημερεύω
ἐνδίημι
ἐνδικάζομαι
ἔνδικος
ἔνδινα
ἐνδινευτής
ἐνδινέω
ἐνδίολκος
ἔνδιον
ἔνδιον2
ἐνδιορθόομαι
ἔνδιος
Ἔνδιος
View word page
ἐνδικάζομαι
to be a litigant, sue

ShortDef

to be a litigant, sue

Debugging

Headword:
ἐνδικάζομαι
Headword (normalized):
ἐνδικάζομαι
Headword (normalized/stripped):
ενδικαζομαι
IDX:
29903
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29904
Key:

Data

{'content': 'to be a litigant, sue'}