Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδιάστροφος
ἐνδιατάσσω
ἐνδιατίθεμαι
ἐνδιατρίβω
ἐνδιατριπτέον
ἐνδιατριπτέος
ἐνδιατριπτικός
ἐνδιάτριπτος
ἐνδιαυγέω
ἐνδιαφθείρω
ἐνδιάφορος
ἐνδιάω
ἐνδιδομένως
ἐνδιδύσκω
ἐνδίδωμι
ἐνδιεσπαρμένως
ἐνδιηθέω
ἐνδιήκω
ἐνδιημερεύω
ἐνδίημι
ἐνδικάζομαι
View word page
ἐνδιάφορος
differing, varying

ShortDef

differing, varying

Debugging

Headword:
ἐνδιάφορος
Headword (normalized):
ἐνδιάφορος
Headword (normalized/stripped):
ενδιαφορος
IDX:
29893
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29894
Key:

Data

{'content': 'differing, varying'}