Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδιαρκής
ἐνδιασκευάζω
ἐνδιάσκευος
ἐνδιασπείρω
ἐνδιαστέλλομαι
ἐνδιάστροφος
ἐνδιατάσσω
ἐνδιατίθεμαι
ἐνδιατρίβω
ἐνδιατριπτέον
ἐνδιατριπτέος
ἐνδιατριπτικός
ἐνδιάτριπτος
ἐνδιαυγέω
ἐνδιαφθείρω
ἐνδιάφορος
ἐνδιάω
ἐνδιδομένως
ἐνδιδύσκω
ἐνδίδωμι
ἐνδιεσπαρμένως
View word page
ἐνδιατριπτέος
one must dwell upon

ShortDef

one must dwell upon

Debugging

Headword:
ἐνδιατριπτέος
Headword (normalized):
ἐνδιατριπτέος
Headword (normalized/stripped):
ενδιατριπτεος
IDX:
29888
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29889
Key:

Data

{'content': 'one must dwell upon'}