Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδιαπρέπω
ἐνδιαρκής
ἐνδιασκευάζω
ἐνδιάσκευος
ἐνδιασπείρω
ἐνδιαστέλλομαι
ἐνδιάστροφος
ἐνδιατάσσω
ἐνδιατίθεμαι
ἐνδιατρίβω
ἐνδιατριπτέον
ἐνδιατριπτέος
ἐνδιατριπτικός
ἐνδιάτριπτος
ἐνδιαυγέω
ἐνδιαφθείρω
ἐνδιάφορος
ἐνδιάω
ἐνδιδομένως
ἐνδιδύσκω
ἐνδίδωμι
View word page
ἐνδιατριπτέον
one must dwell upon

ShortDef

one must dwell upon

Debugging

Headword:
ἐνδιατριπτέον
Headword (normalized):
ἐνδιατριπτέον
Headword (normalized/stripped):
ενδιατριπτεον
IDX:
29887
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29888
Key:

Data

{'content': 'one must dwell upon'}