Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδιαίτησις
ἐνδιάκειμαι
ἐνδιαλαμβάνω
ἐνδιαλλάσσω
ἐνδιαλύω
ἐνδιαμένω
ἐνδιαπερονάω
ἐνδιαπρέπω
ἐνδιαρκής
ἐνδιασκευάζω
ἐνδιάσκευος
ἐνδιασπείρω
ἐνδιαστέλλομαι
ἐνδιάστροφος
ἐνδιατάσσω
ἐνδιατίθεμαι
ἐνδιατρίβω
ἐνδιατριπτέον
ἐνδιατριπτέος
ἐνδιατριπτικός
ἐνδιάτριπτος
View word page
ἐνδιάσκευος
elaborate, highly wrought

ShortDef

elaborate, highly wrought

Debugging

Headword:
ἐνδιάσκευος
Headword (normalized):
ἐνδιάσκευος
Headword (normalized/stripped):
ενδιασκευος
IDX:
29880
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29881
Key:

Data

{'content': 'elaborate, highly wrought'}