Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδιάγω
ἐνδιαεριαυερινήχετος
ἐνδιάζω
ἐνδιάθετος
ἐνδιάθηκος
ἐνδιαθρύπτομαι
ἐνδιαιτάομαι
ἐνδιαίτημα
ἐνδιαίτησις
ἐνδιάκειμαι
ἐνδιαλαμβάνω
ἐνδιαλλάσσω
ἐνδιαλύω
ἐνδιαμένω
ἐνδιαπερονάω
ἐνδιαπρέπω
ἐνδιαρκής
ἐνδιασκευάζω
ἐνδιάσκευος
ἐνδιασπείρω
ἐνδιαστέλλομαι
View word page
ἐνδιαλαμβάνω
divided at intervals

ShortDef

divided at intervals

Debugging

Headword:
ἐνδιαλαμβάνω
Headword (normalized):
ἐνδιαλαμβάνω
Headword (normalized/stripped):
ενδιαλαμβανω
IDX:
29872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29873
Key:

Data

{'content': 'divided at intervals'}