Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνδιάβολος
ἐνδιάγω
ἐνδιαεριαυερινήχετος
ἐνδιάζω
ἐνδιάθετος
ἐνδιάθηκος
ἐνδιαθρύπτομαι
ἐνδιαιτάομαι
ἐνδιαίτημα
ἐνδιαίτησις
ἐνδιάκειμαι
ἐνδιαλαμβάνω
ἐνδιαλλάσσω
ἐνδιαλύω
ἐνδιαμένω
ἐνδιαπερονάω
ἐνδιαπρέπω
ἐνδιαρκής
ἐνδιασκευάζω
ἐνδιάσκευος
ἐνδιασπείρω
View word page
ἐνδιάκειμαι
to be set in

ShortDef

to be set in

Debugging

Headword:
ἐνδιάκειμαι
Headword (normalized):
ἐνδιάκειμαι
Headword (normalized/stripped):
ενδιακειμαι
IDX:
29871
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29872
Key:

Data

{'content': 'to be set in'}