Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐνδέω2
ἔνδηλος
ἐνδημέω
ἐνδημία
ἐνδημιουργέω
ἔνδημος
ἐνδιαβάλλω
ἐνδιάβολος
ἐνδιάγω
ἐνδιαεριαυερινήχετος
ἐνδιάζω
ἐνδιάθετος
ἐνδιάθηκος
ἐνδιαθρύπτομαι
ἐνδιαιτάομαι
ἐνδιαίτημα
ἐνδιαίτησις
ἐνδιάκειμαι
ἐνδιαλαμβάνω
ἐνδιαλλάσσω
ἐνδιαλύω
View word page
ἐνδιάζω
to pass the noon
ShortDef
to pass the noon
Debugging
Headword:
ἐνδιάζω
Headword (normalized):
ἐνδιάζω
Headword (normalized/stripped):
ενδιαζω
IDX:
29864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29865
Key:
Data
{'content': 'to pass the noon'}