Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑνδεκαετής
ἐνδεκάζω
ἑνδεκαήμερος
ἑνδεκάκις
ἑνδεκάκλινος
ἑνδεκακρούματος
ἑνδεκάμετρον
ἑνδεκάμηνος
ἑνδεκαούγκιον
ἑνδεκάπηχυς
ἑνδεκάπους
ἑνδεκάς
ἑνδεκασύλλαβος
ἑνδεκαταῖος
ἑνδέκατος
ἑνδεκάχορδος
ἑνδεκαχῶς
ἑνδεκήρης
ἐνδελέχεια
ἐνδελεχέω
ἐνδελεχής
View word page
ἑνδεκάπους
eleven feet long

ShortDef

eleven feet long

Debugging

Headword:
ἑνδεκάπους
Headword (normalized):
ἑνδεκάπους
Headword (normalized/stripped):
ενδεκαπους
IDX:
29821
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29822
Key:

Data

{'content': 'eleven feet long'}