Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκουσιάζομαι
ἀκουσίθεος
Ἀκουσίλαος
ἀκούσιμος
ἄκουσις
ἄκουσμα
ἀκουσματικός
ἀκουστέον
ἀκουστήριον
ἀκουστής
ἀκουστικός
ἀκουστός
ἀκουτίζω
ἀκούω
ἄκρα
ἀκράαντος
Ἀκραγαντῖνος
Ἀκράγας
ἀκραγής
ἀκράδαντος
ἀκραής
View word page
ἀκουστικός
of/for hearing
ShortDef
of/for hearing
Debugging
Headword:
ἀκουστικός
Headword (normalized):
ἀκουστικός
Headword (normalized/stripped):
ακουστικος
IDX:
2981
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2982
Key:
Data
{'content': 'of/for hearing'}