Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔναρθρος
ἐνάρθρωσις
ἐναρίζω
ἐναριθμέω
ἐναρίθμησις
ἐναριθμητέος
ἐναρίθμιος
ἐνάριθμος
ἐναρικύμων
ἐναρίμβροτος
ἐναριστάω
ἐναρκέω
ἐναρκτικός
ἐναρμογή
ἐναρμόζω
ἐναρμόνιος
ἐνάρμοσις
ἐνάρμοστος
ἔναρξις
ἐναροκτάντας
ἔναρος
View word page
ἐναριστάω
take breakfast in . .

ShortDef

take breakfast in . .

Debugging

Headword:
ἐναριστάω
Headword (normalized):
ἐναριστάω
Headword (normalized/stripped):
εναρισταω
IDX:
29714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29715
Key:

Data

{'content': 'take breakfast in . .'}