Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐναποσημαίνω
ἐναποσκηπτικός
ἐναποσκήπτω
ἐναπόσκηψις
ἐναποσπάω
ἐναποστάζω
ἐναποστέγω
ἐναποστηρίζομαι
ἐναποσφάττομαι
ἐναποσφραγίζω
ἐναποτελέω
ἐναποτέμνω
ἐναποτήκω
ἐναποτίθεμαι
ἐναποτίκτω
ἐναποτιμάω
ἐναποτίνω
ἐναποτυπόομαι
ἐναποφέρω
ἐναποχράομαι
ἐναπόχρησις
View word page
ἐναποτελέω
to be produced

ShortDef

to be produced

Debugging

Headword:
ἐναποτελέω
Headword (normalized):
ἐναποτελέω
Headword (normalized/stripped):
εναποτελεω
IDX:
29674
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29675
Key:

Data

{'content': 'to be produced'}