Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐναποσβέννυμι
ἐναποσημαίνω
ἐναποσκηπτικός
ἐναποσκήπτω
ἐναπόσκηψις
ἐναποσπάω
ἐναποστάζω
ἐναποστέγω
ἐναποστηρίζομαι
ἐναποσφάττομαι
ἐναποσφραγίζω
ἐναποτελέω
ἐναποτέμνω
ἐναποτήκω
ἐναποτίθεμαι
ἐναποτίκτω
ἐναποτιμάω
ἐναποτίνω
ἐναποτυπόομαι
ἐναποφέρω
ἐναποχράομαι
View word page
ἐναποσφραγίζω
impress in
ShortDef
impress in
Debugging
Headword:
ἐναποσφραγίζω
Headword (normalized):
ἐναποσφραγίζω
Headword (normalized/stripped):
εναποσφραγιζω
IDX:
29673
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29674
Key:
Data
{'content': 'impress in'}