Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐναποπλύνω
ἐναποπνέω
ἐναποπνίγω
ἐναποπτύω
ἐναπορέω
ἐναπορρίπτω
ἐναποσβέννυμι
ἐναποσημαίνω
ἐναποσκηπτικός
ἐναποσκήπτω
ἐναπόσκηψις
ἐναποσπάω
ἐναποστάζω
ἐναποστέγω
ἐναποστηρίζομαι
ἐναποσφάττομαι
ἐναποσφραγίζω
ἐναποτελέω
ἐναποτέμνω
ἐναποτήκω
ἐναποτίθεμαι
View word page
ἐναπόσκηψις
supervening

ShortDef

supervening

Debugging

Headword:
ἐναπόσκηψις
Headword (normalized):
ἐναπόσκηψις
Headword (normalized/stripped):
εναποσκηψις
IDX:
29667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29668
Key:

Data

{'content': 'supervening'}