Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐναπονέμω
ἐναπονίζω
ἐναποπατέω
ἐναποπλύνω
ἐναποπνέω
ἐναποπνίγω
ἐναποπτύω
ἐναπορέω
ἐναπορρίπτω
ἐναποσβέννυμι
ἐναποσημαίνω
ἐναποσκηπτικός
ἐναποσκήπτω
ἐναπόσκηψις
ἐναποσπάω
ἐναποστάζω
ἐναποστέγω
ἐναποστηρίζομαι
ἐναποσφάττομαι
ἐναποσφραγίζω
ἐναποτελέω
View word page
ἐναποσημαίνω
to indicate

ShortDef

to indicate

Debugging

Headword:
ἐναποσημαίνω
Headword (normalized):
ἐναποσημαίνω
Headword (normalized/stripped):
εναποσημαινω
IDX:
29664
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29665
Key:

Data

{'content': 'to indicate'}