Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐναποκρύπτω
ἐναποκυβεύω
ἐναπολαμβάνω
ἐναπολαύω
ἐναπολείπω
ἐναπόλειψις
ἐναπόληψις
ἐναπόλλυμαι
ἐναπολογέομαι
ἐναπολογίζομαι
ἐναπολούομαι
ἐναπολύω
ἐναπόμαγμα
ἐναπομαραίνομαι
ἐναπομάσσω
ἐναπόμειξις
ἐναπομεμαγμένως
ἐναπομένω
ἐναπομόργνυμι
ἐναπόμορξις
ἐναπομύττομαι
View word page
ἐναπολούομαι
wash oneself
ShortDef
wash oneself
Debugging
Headword:
ἐναπολούομαι
Headword (normalized):
ἐναπολούομαι
Headword (normalized/stripped):
εναπολουομαι
IDX:
29643
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29644
Key:
Data
{'content': 'wash oneself'}