Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐναπέρεισις
ἐναπερεύγω
ἐναπεσφραγισμένως
ἐναπηχέω
ἐνάπλωσις
ἐναποβάπτω
ἐναποβλέπω
ἐναποβρέχω
ἐναπογεννάω
ἐναπογράφομαι
ἐναπόγραφος
ἐναποδείκνυμαι
ἐναποδείκτως
ἐναποδέω
ἐναποδύομαι
ἐναποζέννυμι
ἐναπόθεσις
ἐναποθησαυρίζω
ἐναποθλίβω
ἐναποθνῄσκω
ἐναποθραύω
View word page
ἐναπόγραφος
registered
ShortDef
registered
Debugging
Headword:
ἐναπόγραφος
Headword (normalized):
ἐναπόγραφος
Headword (normalized/stripped):
εναπογραφος
IDX:
29613
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29614
Key:
Data
{'content': 'registered'}