Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐνάλλαξις
ἐναλλασσομένως
ἐναλλάσσω
ἐναλλοιόω
ἐναλλοίωσις
ἐνάλλομαι
ἔναλλος
ἐναλύω
ἐναμάομαι
ἐνάμαρτος
ἐναμβλύνω
ἐναμείβω
ἐναμέλγω
ἐνάμιλλος
ἔναμμα
ἐναμοιβαδίς
ἐναμπέχομαι
ἐνανάπτω
ἐναναστρέφομαι
ἐνανειλέω
ἐνανθρωπέω
View word page
ἐναμβλύνω
to deaden
ShortDef
to deaden
Debugging
Headword:
ἐναμβλύνω
Headword (normalized):
ἐναμβλύνω
Headword (normalized/stripped):
εναμβλυνω
IDX:
29547
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29548
Key:
Data
{'content': 'to deaden'}