Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐναλλακτικός
ἐναλλάξ
ἐνάλλαξις
ἐναλλασσομένως
ἐναλλάσσω
ἐναλλοιόω
ἐναλλοίωσις
ἐνάλλομαι
ἔναλλος
ἐναλύω
ἐναμάομαι
ἐνάμαρτος
ἐναμβλύνω
ἐναμείβω
ἐναμέλγω
ἐνάμιλλος
ἔναμμα
ἐναμοιβαδίς
ἐναμπέχομαι
ἐνανάπτω
ἐναναστρέφομαι
View word page
ἐναμάομαι
heap upon

ShortDef

heap upon

Debugging

Headword:
ἐναμάομαι
Headword (normalized):
ἐναμάομαι
Headword (normalized/stripped):
εναμαομαι
IDX:
29545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29546
Key:

Data

{'content': 'heap upon'}