Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐμφιλοδοξέω
ἐμφιλοκαλέω
ἐμφιλοσοφέω
ἐμφιλόσοφος
ἐμφιλοτεχνέω
ἐμφιλοχωρέω
ἐμφιλοχώρως
ἔμφιμος
ἐμφλεβοτομέω
ἐμφλέγω
ἔμφλοιος
ἐμφλοιοσπέρματος
ἔμφλοξ
ἐμφοβέω
ἔμφοβος
ἐμφοιτάω
ἐμφονεύω
ἐμφορβιόομαι
ἐμφόρβιος
ἐμφορβίω
ἐμφορέω
View word page
ἔμφλοιος
with a bark

ShortDef

with a bark

Debugging

Headword:
ἔμφλοιος
Headword (normalized):
ἔμφλοιος
Headword (normalized/stripped):
εμφλοιος
IDX:
29375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29376
Key:

Data

{'content': 'with a bark'}