Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐμπύγια
ἐμπυελίς
ἐμπυέω
ἐμπύημα
ἐμπυηματικός
ἐμπύησις
ἐμπυητικός
ἐμπυϊκός
ἐμπυΐσκω
ἐμπυκάζω
ἐμπύλιος
ἐμπυόομαι
ἔμπυος
ἔμπυρα
ἐμπύρετος
ἐμπύρευμα
ἐμπυρεύω
ἐμπυρία
ἐμπυριβήτης
ἐμπυρίζω
ἐμπύριος
View word page
ἐμπύλιος
at the gate

ShortDef

at the gate

Debugging

Headword:
ἐμπύλιος
Headword (normalized):
ἐμπύλιος
Headword (normalized/stripped):
εμπυλιος
IDX:
29311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29312
Key:

Data

{'content': 'at the gate'}