Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμπροσθοτονικός
ἐμπροσθότονος
ἐμπροσθουρητικός
ἐμπροσθοφανής
ἐμπρόσοδος
ἐμπρόσωπος
ἔμπρῳρος
ἐμπταίω
ἐμπτίσσω
ἐμπτοέω
ἔμπτυσις
ἔμπτυσμα
ἐμπτύω
ἔμπτωσις
ἔμπτωτος
ἐμπύγια
ἐμπυελίς
ἐμπυέω
ἐμπύημα
ἐμπυηματικός
ἐμπύησις
View word page
ἔμπτυσις
spitting
ShortDef
spitting
Debugging
Headword:
ἔμπτυσις
Headword (normalized):
ἔμπτυσις
Headword (normalized/stripped):
εμπτυσις
IDX:
29296
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29297
Key:
Data
{'content': 'spitting'}