Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐμπρέπω
ἐμπρήθω
ἔμπρησις
ἐμπρησμός
ἐμπρηστής
ἐμπριόεις
ἐμπριστικός
ἐμπρίω
ἐμπρόθεσμος
ἐμπροίκιος
ἐμπρόκειμαι
ἐμπρομελετάω
ἔμπροσθεν
ἐμπρόσθιος
ἐμπροσθόκεντρος
ἐμπροσθοτονία
ἐμπροσθοτονικός
ἐμπροσθότονος
ἐμπροσθουρητικός
ἐμπροσθοφανής
ἐμπρόσοδος
View word page
ἐμπρόκειμαι
to be impending, imminent

ShortDef

to be impending, imminent

Debugging

Headword:
ἐμπρόκειμαι
Headword (normalized):
ἐμπρόκειμαι
Headword (normalized/stripped):
εμπροκειμαι
IDX:
29280
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29281
Key:

Data

{'content': 'to be impending, imminent'}