Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμπλήσσω
ἐμπληστέος
ἐμπλοκή
ἐμπλόκιον
ἔμπλουμος
ἐμπνευματοποιέομαι
ἐμπνευματόω
ἐμπνευμάτωσις
ἐμπνευματωτικός
ἔμπνευσις
ἐμπνευστικὰ
ἐμπνευστός
ἐμπνέω
ἐμπνοή
ἔμπνοια
ἐμπνοίησις
ἔμπνοος
ἐμποδεία
ἐμποδέω
ἐμποδίζω
ἐμπόδιος
View word page
ἐμπνευστικὰ
wind
ShortDef
wind
Debugging
Headword:
ἐμπνευστικὰ
Headword (normalized):
ἐμπνευστικὰ
Headword (normalized/stripped):
εμπνευστικα
IDX:
29204
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29205
Key:
Data
{'content': 'wind'}