Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄκομπος
ἀκόμψευτος
ἄκομψος
ἀκόνα
ἀκονάω
ἀκόνδυλος
ἀκόνη
ἀκόνησις
ἀκονητής
ἀκονίας
ἀκονίατος
ἀκόνιον
ἀκονιτί
ἀκονιτικός
ἀκόνιτον
ἀκόνιτος
ἀκοντίας
ἀκοντίζω
ἀκόντιον
ἀκόντισις
ἀκόντισμα
View word page
ἀκονίατος
unplastered, not whitewashed
ShortDef
unplastered, not whitewashed
Debugging
Headword:
ἀκονίατος
Headword (normalized):
ἀκονίατος
Headword (normalized/stripped):
ακονιατος
IDX:
2918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2919
Key:
Data
{'content': 'unplastered, not whitewashed'}