Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐμπλάζω
ἐμπλανάομαι
ἔμπλασμα
ἐμπλάσσω
ἐμπλαστικός
ἐμπλαστός
ἐμπλαστροποιΐα
ἔμπλαστρος
ἐμπλαστρώδης
ἐμπλατής
ἐμπλατία
ἐμπλατύνω
ἔμπλατυς
ἐμπλέγδην
ἔμπλεγμα
ἐμπλέκτης
ἔμπλεκτος
ἐμπλέκω
ἔμπλεξις
ἐμπλεονάζω
ἔμπλεος
View word page
ἐμπλατία
cake

ShortDef

cake

Debugging

Headword:
ἐμπλατία
Headword (normalized):
ἐμπλατία
Headword (normalized/stripped):
εμπλατια
IDX:
29166
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29167
Key:

Data

{'content': 'cake'}