Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμπεριέχω
ἐμπερικλείω
ἐμπεριλαμβάνω
ἐμπεριληπτικός
ἐμπερίληψις
ἐμπερινοέω
ἐμπερίοδος
ἐμπεριοχή
ἐμπεριπατέω
ἐμπεριπείρω
ἐμπεριπίπτω
ἐμπεριποιέω
ἐμπεριρρήγνυμι
ἐμπερισπούδαστος
ἐμπεριστέγω
ἐμπερίσχεσις
ἐμπερονάω
ἐμπερόνημα
ἐμπεταλίς
ἐμπετάννυμι
ἐμπέτασμα
View word page
ἐμπεριπίπτω
fall upon
ShortDef
fall upon
Debugging
Headword:
ἐμπεριπίπτω
Headword (normalized):
ἐμπεριπίπτω
Headword (normalized/stripped):
εμπεριπιπτω
IDX:
29111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29112
Key:
Data
{'content': 'fall upon'}