Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐμπείρω
ἐμπείρων
ἐμπελαγίζω
ἐμπελαδόν
ἐμπελάζω
ἐμπέλασις
ἐμπέλιος
ἐμπέπτας
ἐμπέραμος
ἐμπεριάγω
ἐμπεριβάλλω
ἐμπερίβολος
ἐμπεριγράφω
ἐμπεριεκτικός
ἐμπεριέρχομαι
ἐμπεριέχω
ἐμπερικλείω
ἐμπεριλαμβάνω
ἐμπεριληπτικός
ἐμπερίληψις
ἐμπερινοέω
View word page
ἐμπεριβάλλω
embrace, comprehend

ShortDef

embrace, comprehend

Debugging

Headword:
ἐμπεριβάλλω
Headword (normalized):
ἐμπεριβάλλω
Headword (normalized/stripped):
εμπεριβαλλω
IDX:
29096
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29097
Key:

Data

{'content': 'embrace, comprehend'}