Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμπαροινέω
ἐμπαροίνημα
ἐμπαρρησιάζομαι
ἔμπας
ἔμπασις
ἔμπασις2
ἔμπασμα
ἐμπάσσω
ἐμπαστέον
ἐμπαταγέω
ἐμπατέω
ἐμπέδιος
ἐμπεδόκαρπος
Ἐμπεδοκλῆς
ἐμπεδολώβης
ἐμπεδόμοχθος
ἐμπεδόμυθος
ἔμπεδον
ἐμπεδορκέω
ἔμπεδος
ἔμπεδος2
View word page
ἐμπατέω
to walk in
ShortDef
to walk in
Debugging
Headword:
ἐμπατέω
Headword (normalized):
ἐμπατέω
Headword (normalized/stripped):
εμπατεω
IDX:
29060
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29061
Key:
Data
{'content': 'to walk in'}