Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμμοτέω
ἔμμοτος
ἔμμοχθος
ἐμμυέω
ἐμμυθόω
ἔμμωμος
ἐμός
ἐμοῦς
ἐμπάγνυμι
ἐμπάζομαι
ἐμπάθεια
ἐμπαθής
ἔμπαιγμα
ἐμπαιγμονή
ἐμπαιγμός
ἐμπαιδεύω
ἐμπαιδοτριβέομαι
ἐμπαιδοτροφέομαι
ἐμπαίζω
ἐμπαίκτης
ἔμπαιος
View word page
ἐμπάθεια
affection
ShortDef
affection
Debugging
Headword:
ἐμπάθεια
Headword (normalized):
ἐμπάθεια
Headword (normalized/stripped):
εμπαθεια
IDX:
29016
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-29017
Key:
Data
{'content': 'affection'}