Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμμείγνυμι
ἐμμειδιάω
ἐμμέλεια
ἐμμελετάω
ἐμμελέτημα
ἐμμελετητέον
ἐμμελής
ἐμμεμαώς
ἐμμέμονα
ἐμμεμφής
ἐμμενές
ἐμμενετέον
ἐμμενετικός
ἐμμενετός
ἐμμενής
ἐμμένω
ἐμμερίζομαι
ἐμμέριμνος
ἔμμεσος
ἐμμεστόομαι
ἔμμεστος
View word page
ἐμμενές
continually
ShortDef
continually
Debugging
Headword:
ἐμμενές
Headword (normalized):
ἐμμενές
Headword (normalized/stripped):
εμμενες
IDX:
28974
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28975
Key:
Data
{'content': 'continually'}