Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμεσία
ἔμεσις
ἔμεσμα
ἐμετηρίζω
ἐμετήριος
ἐμετιάω
ἐμετικός
ἐμετοποιέομαι
ἐμετοποιΐα
ἐμετός
ἔμετος
ἐμετώδης
ἐμέω
ἐμίας
ἐμμαγεῖον
ἐμμαίνομαι
ἐμμακεδονίζω
ἔμμαλλος
ἐμμανής
Ἐμμαοῦς
ἐμμαπέως
View word page
ἔμετος
vomiting
ShortDef
vomiting
Debugging
Headword:
ἔμετος
Headword (normalized):
ἔμετος
Headword (normalized/stripped):
εμετος
IDX:
28946
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28947
Key:
Data
{'content': 'vomiting'}