Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκολασία
ἀκολασταίνω
ἀκολάστημα
ἀκόλαστος
ἀκολλητί
ἀκόλλητος
ἄκολλος
ἀκολλύβιστος
ἀκολόβωτος
ἄκολος
ἀκολουθέω
ἀκολούθησις
ἀκολουθητέον
ἀκολουθητικός
ἀκολουθία
ἀκολουθίσκος
ἀκόλουθος
ἄκολπος
ἀκόλυμβος
ἀκομιστία
ἀκομιστίη
View word page
ἀκολουθέω
to follow
ShortDef
to follow
Debugging
Headword:
ἀκολουθέω
Headword (normalized):
ἀκολουθέω
Headword (normalized/stripped):
ακολουθεω
IDX:
2893
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2894
Key:
Data
{'content': 'to follow'}