Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμβρίθεια
ἐμβριθής
ἐμβρίθω
ἐμβριμάομαι
ἐμβρίμημα
ἐμβρονταῖος
ἐμβροντάω
ἐμβροντησία
ἐμβρόντητος
ἐμβροχάς
ἐμβροχή
ἐμβρόχθιος
ἐμβροχίζω
ἔμβροχος
ἐμβρύειον
ἐμβρύκω
ἐμβρυοδόχος
ἐμβρυοθλάστης
ἐμβρύοικος
ἔμβρυον
ἔμβρυος
View word page
ἐμβροχή
infusion
ShortDef
infusion
Debugging
Headword:
ἐμβροχή
Headword (normalized):
ἐμβροχή
Headword (normalized/stripped):
εμβροχη
IDX:
28910
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28911
Key:
Data
{'content': 'infusion'}