Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμβόσκομαι
ἐμβουκολέω
ἐμβραδύνω
ἐμβράσσω
ἔμβραχυ
ἔμβρεγμα
ἐμβρεκτέον
ἐμβρεκτός
ἐμβρέμομαι
ἐμβρενθυόμενος
ἔμβρεφος
ἐμβρέχω
ἔμβρημα
ἐμβρίθεια
ἐμβριθής
ἐμβρίθω
ἐμβριμάομαι
ἐμβρίμημα
ἐμβρονταῖος
ἐμβροντάω
ἐμβροντησία
View word page
ἔμβρεφος
boy-like
ShortDef
boy-like
Debugging
Headword:
ἔμβρεφος
Headword (normalized):
ἔμβρεφος
Headword (normalized/stripped):
εμβρεφος
IDX:
28897
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28898
Key:
Data
{'content': 'boy-like'}