Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἐμβάσιος
ἔμβασις
ἐμβασίχυτρος
ἐμβαστάζω
ἐμβατεία
ἐμβατέον
ἐμβατεύω
ἐμβατέω
ἐμβατήριος
ἐμβάτης
ἐμβατικός
ἐμβατός
ἐμβάφιον
ἐμβεβαιόομαι
ἐμβελής
ἐμβιβάζω
ἐμβιβασμός
ἐμβιβαστέον
ἐμβιβαστής
ἔμβιος
ἐμβιοτεύω
View word page
ἐμβατικός
for a bath

ShortDef

for a bath

Debugging

Headword:
ἐμβατικός
Headword (normalized):
ἐμβατικός
Headword (normalized/stripped):
εμβατικος
IDX:
28845
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28846
Key:

Data

{'content': 'for a bath'}