Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐμβαθύνω
ἐμβαίνω
ἐμβακχεύω
ἐμβάλλω
ἔμβαμμα
ἐμβάπτω
ἔμβαρος
ἐμβαρύθω
ἐμβάς
ἐμβασανίζω
ἐμβασικοίτας
ἐμβασίκοιτος
ἐμβασιλεύω
Ἐμβάσιος
ἔμβασις
ἐμβασίχυτρος
ἐμβαστάζω
ἐμβατεία
ἐμβατέον
ἐμβατεύω
ἐμβατέω
View word page
ἐμβασικοίτας
cup
ShortDef
cup
Debugging
Headword:
ἐμβασικοίτας
Headword (normalized):
ἐμβασικοίτας
Headword (normalized/stripped):
εμβασικοιτας
IDX:
28832
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28833
Key:
Data
{'content': 'cup'}