Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐλλοξοτέρως
Ἐλλοπία
ἐλλοπιεύω
ἐλλοπίης
ἐλλόποδες
ἑλλός
ἐλλοφόνος
ἐλλοχάω
ἐλλόχησις
ἐλλοχίζω
ἔλλοψ
ἔλλυπος
ἐλλύτης
ἐλλυχνιάζω
ἐλλύχνιον
ἐλλυχνιωτός
ἐλλωβάομαι
Ἑλλωτία
Ἑλλώτια
Ἑλλωτίς
ἕλμιγξ
View word page
ἔλλοψ
mute
ShortDef
mute
Debugging
Headword:
ἔλλοψ
Headword (normalized):
ἔλλοψ
Headword (normalized/stripped):
ελλοψ
IDX:
28767
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28768
Key:
Data
{'content': 'mute'}