Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐλλιμενικός
ἐλλιμένιον
ἐλλιμένιος
ἐλλιμένισις
ἐλλιμενιστής
ἐλλιπής
ἔλλιπος
ἐλλόβιον
ἐλλοβόκαρπος
ἐλλοβώδης
ἐλλογέω
ἐλλόγιμος
ἐλλογιμότης
ἔλλογος
ἐλλοξοτέρως
Ἐλλοπία
ἐλλοπιεύω
ἐλλοπίης
ἐλλόποδες
ἑλλός
ἐλλοφόνος
View word page
ἐλλογέω
to reckon in, to impute

ShortDef

to reckon in, to impute

Debugging

Headword:
ἐλλογέω
Headword (normalized):
ἐλλογέω
Headword (normalized/stripped):
ελλογεω
IDX:
28753
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28754
Key:

Data

{'content': 'to reckon in, to impute'}